Τις πρώτες ποσότητες φυσικού αερίου εκτός ΔΕΠΑ φέρνει στο τέλος του μήνα ο όμιλος Μυτιληναίου.
Σε μια κίνηση με την οποία για πρώτη φορά σπάει το μονοπώλιο της ΔΕΠΑ στην αγορά ο όμιλος θα φέρει στα τέλη του μήνα φορτίο LNG 65.000 κυβικών μέτρων το οποίο έχει ήδη εξασφαλίσει από το μεγαλύτερο προμηθευτή υγροποιημένου αερίου την ιταλική Eni.
Όπως αποκάλυψε ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος του ομίλου μιλώντας ως επίτιμος ομιλητής στο συνέδριο του ΙΕΝΕ «Ενέργεια και Ανάπτυξη» έχουν ήδη ολοκληρωθεί οι συζητήσεις με τον ΔΕΣΦΑ και ο όμιλος έχει εξασφαλίσει την απαραίτητη χωρητικότητα στις εγκαταστήσεις του Διαχειριστή στη Ρεβυθούσας.
Θα πρέπει να υπογραμμιστεί ότι η ποσότητα αυτή θα χρησιμοποιηθεί για τις ανάγκες της μονάδας CHP που βρίσκεται στις εγκαταστάσεις της Αλουμίνιον της Ελλάδος, ως συμπληρωματική ποσότητα στο αέριο που προμηθεύεται ο όμιλος βάσει της σύμβασης με την ΔΕΠΑ.
Επιπλέον, καθώς η τιμολόγηση του φυσικού αερίου γίνεται με εξάμηνη καθυστέρηση, σήμερα οι τιμές spot στην αγορά του αερίου είναι χαμηλότερες, τάση η οποία από πολλούς θεωρείται ότι θα συνεχιστεί και στο μέλλον, ενισχύοντας το εμπορικό πλεονέκτημα του LNG.
Ο κ. Μυτιληναίος στην ομιλία του αναφέρθηκε στα ανοιχτά ζητήματα της αγοράς ηλεκτρισμού, αλλά και στα προβλήματα που υπάρχουν για την αποτελεσματική λειτουργία της αγοράς και την αύξηση των επενδύσεων.
Όπως είπε είναι αναγκαίο να δοθεί οριστικό τέλος στη ρυθμιστική αβεβαιότητα και την κατάσταση αδιαφάνειας και προτιμησιακών συμπεριφορών που παρατηρείται από τους φορείς που αποτελούν τις ανεξάρτητες αρχές.
Τόνισε ότι θα πρέπει να απλουστευτούν οι διαδικασίες αδειοδότησης και να περιοριστεί η γραφειοκρατία επισημαίνοντας πως από τα προβλήματα που έχουν δημιουργηθεί από τις αλλαγές στον κώδικα λειτουργίας της αγοράς οι ανεξάρτητοι παραγωγοί αντιμετωπίζουν σημαντικά εμπόδια.
Χαρακτηριστικά η μονάδα συμπαραγωγής έχει χαρακτηριστεί case study καθώς έπειτα από ένα χρόνο λειτουργίας δεν μπορεί να λάβει άδεια γιατί δεν έχει ενταχθεί η τεχνολογία στον κώδικα.
Για την εύρυθμη λειτουργία του χονδρεμπορίου τόνισε ότι θα πρέπει η ημερήσια αγορά να λειτουργεί με τρόπο διαφανή και αδιάβλητο. “Φαινόμενα οριακών τιμών κάτω του κόστους παραγωγής των μονάδων δεν τιμούν κανέναν από τους συμμετέχοντες.”
Αναφερόμενος στην τιμολόγηση της ηλεκτρικής ενέργειας, επεσήμανε ότι “έχουμε φτάσει το κόστος το βιομηχανικού ρεύματος να είναι υψηλότερο έως και 50% έναντι των υπολοίπων χωρών της Ε.Ε., ενώ ειδικά για τις ενεργοβόρες βιομηχανίες για τις οποίες το ρεύμα αποτελεί παράγοντα βιωσιμότητας σε όρους κόστους έχει φτάσει σε δυσθεώρητα ποσοστά”.
Στα γενικότερα θέματα της αγοράς ηλεκτρισμού ο κ. Μυτιληναίος επεσήμανε ότι οι ελληνικές ενεργειακές επιλογές μεσομακροπρόθεσμα είναι περιορισμένες.
Όπως είπε, απαιτούνται μεγάλες επενδύσεις στον τομές των ΑΠΕ που προϋποθέτουν επανάσταση στον τομέα της γραφειοκρατίας και ταυτόχρονα συνεπάγονται σοβαρό οικονομικό κόστος ώστε να υποστηριχθούν οι επιχορηγήσεις και τα feed in tariffs και άρα απαιτείται εντονότερη πολιτική βούληση για την κατανομή αυτού του κόστους.
Επιπλέον απαιτείται, η μετατροπή των μονάδων φυσικού αερίου σε μονάδες βάσης εκτιμώντας ότι τη δεκαετία 2010 - 20 θα χρειαστούν τουλάχιστον 5.000 έως 7.000 μεγαβάτ σταθμών συμπαραγωγής αιχμιακών και κυρίως συνδυασμένου κύκλου καθώς επίσης και η αύξηση της χωρητικότητας της Ρεβυθούσας και η δημιουργία energy terminals που θα προσφέρουν πλουραλισμό έναντι του αερίου από τους αγωγούς το οποίο επιπλέον βαρύνεται από το γεωπολιτικό ρίσκο.
Ιδιαίτερης προσοχής χρίζει επίσης η αναφορά του κ. Μυτιληναίου στο θέμα της εξέλιξης της δευτερογενούς αγοράς δικαιωμάτων CO2, σημειώνοντας πως η μελλοντική εξέλιξη των τιμών δικαιωμάτων θα αντανακλά το μέγεθος της κοινωνικής πίεσης και τη πολιτικής βούλησης για την αντιμετώπιση του φαινομένου της κλιματικής αλλαγής. "Τα δικαιώματα στο μέλλον θα είναι λίγα και ακριβά,” είπε χαρακτηριστικά.
"Στο πλαίσιο αυτό και με την Ευρώπη να έχει αυξημένη περιβαλλοντική ευαισθησία, έχει τεθεί εν αμφιβόλω το μέλλον της λιγνιτικής παραγωγής."
Τέλος ο κ. Μυτιληναίος σημείωσε το εξαιρετικά αρνητικό κλίμα στην κοινή γνώμη για το ενδεχόμενο πυρηνικών, λιθανθρακικών και λιγνιτικών μονάδων εκτός της Φλώρινας, της Πτολεμαΐδας και της Κοζάνης, τονίζοντας ότι οποιαδήποτε κυβέρνηση θα αποφάσιζε ριζική αλλαγή μίγματος καυσίμου θα είχε πολύ μεγάλο πρόβλημα κεντρικής πολιτικής απόφασης.
“Όταν οι τοπικές κοινωνίες αντιδρούν σε φωτοβολταϊκά και αιολικά είναι αστεία η συζήτηση για λιθάνθρακα,” είπε.