Παρασκευή 7 Δεκεμβρίου 2007

Τίμος Χριστοδούλου και Αμοργός

Μιά άλλη πτυχή του προέδρου σας μεταφέρουμε σήμερα με αυτή την παλιά συνέντευξή του:
ΤΙΜΟΣ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ: "Θα ήθελα όσοι έρχονται στην Αμοργό να την εκτιμούν περισσότερο"21/9/2007.
Η σχέση του Ευρωβουλευτή, Τίμου Χριστοδούλου με το νησί οφείλεται σ' ένα τυχαίο γεγονός. Πριν από περίπου 40 χρόνια, ο πεθερός του πήγαινε με συνταξιούχους φίλους του, τον Βασίλη Κυριακόπουλο κ.ά. από την Ε­θνική Τράπεζα, στην Ικαρία για λουτρά. Στάθηκε λοιπόν στο νησί, όχι γιατί το επέλεξε, αλλά γιατί χάλασε το πλοίο που τους πήγαινε στην Ικαρία και αναγκάστηκε να ποδήσει. Καθώς είχαν αρκετό καιρό αποφάσισαν να εξερευνή­σουν το νησί της Αμοργού.
- Πώς έγινε και αποφασίσατε να έχετε σπίτι στην Αμοργό;
Όταν είχε πάει ο πεθερός στο νησί, όπως είπα και προηγουμένως αναγκαστικά λόγω τεχνικής δυσκολίας, τον βρήκε ένας συνταξιούχος δάσκαλος και κουβέντα στην κουβέντα, τον έπεισε να α­γοράσει ένα κομμάτι γης, τη μισή σχεδόν περιο­χή του κόλπου της Λεβροσού, που είναι από την απέναντι πλευρά του όρμου της Αιγιάλης.Μετά από ένα-δύο χρόνια αποφασίστηκε να κτι­στεί ένα σπίτι το οποίο δεν το είδαμε παρά τελειω­μένο. Κάναμε ένα σχέδιο σ' ένα τετράδιο και οι ντόπιοι ανέλαβαν να το χτίσουν. Μετά από λίγο καιρό μπήκαμε σ' ένα έτοιμο σπίτι!
- Πηγαίνατε συχνά στην Αμοργό;
Προσπαθούσα πάντα να πηγαίνω στην Αμοργό όσο πιο συχνά γινόταν και να περνάω όσο περισ­σότερο καιρό μπορούσα, χωρίς να το καταφέρ­νω πάντα. Το περισσότερο που έμεινα ποτέ ήταν 6 ημέρες. Πηγαινοερχόμουν. Τα παιδιά όμως και η γυναίκα μου περνούσαν τα καλοκαίρια εκεί και γνώριζαν κάθε πέτρα του νησιού.
- Τόσο καιρό στο νησί, είχατε την ευκαιρία να το «γυρίσετε» όλο;
Πρέπει να ομολογήσω πως δεν μετακινούμουν πολύ από το σπίτι. Μου άρεσε το μέρος αυτό, ή­ταν ήσυχο και μοναχικό. Τότε και η παραλία ήταν άδεια. Κατέβαινα 5-6 ώρα το πρωί για ψαροντούφεκο, πράγμα που δυστυχώς δεν γίνεται πια. Η πα­ραλία της Λεβροσού παρουσιάζει τέτοιο συνωστι­σμό που η πλατεία Συντάγματος φαντάζει αραιο­κατοικημένη μπροστά της. Τώρα πια παίρνω τη βάρκα και περνάω απέναντι στο μικρό νησάκι της Λυκουριάς αν θέλω να ψαρέψω ή να κολυμπήσω.
- Για σας, δηλαδή, έχει αλλάξει η Αμοργός;
Έχει αλλάξει η Αμοργός. Δεν είναι αυτό που ή­ταν. Έχει πολύ και αδιάφορο κόσμο. Θα ήθελα αυτοί που έρχονται να εκτιμούν κάπως περισσό­τερο το νησί και να μην το θεωρούν μόνο σαν έ­να μέρος για ηλιοθεραπεία. Θα ήθελα επίσης ν' ανέβει λίγο και το επίπεδο των καταστημάτων-εγκαταστάσεων που έγιναν κάπως τυχάρπαστα. Οι περισσότεροι επιχειρηματίες, στην Αιγιάλη, δεν είναι ντόπιοι. Είναι αλλοδαποί ή Έλληνες από άλ­λα μέρη. Και βεβαίως, η αντιμετώπιση της περιο­χής είναι καθαρά εμπορική.
- Τι το διαφορετικό είχε το νησί, όταν το πρωτοεπισκεφτήκατε;
Η Αμοργός όταν πρωτοπήγα, ήταν τελείως δια­φορετική. Είχε το ξενοδοχείο του «Μικέ», όπου ή­ταν και η καταπληκτική ταβέρνα του «Μικέ». Ο Μικές είχε δική του τράτα και επομένως τα καλύτε­ρα ψάρια. Το επίπεδο των φιλοξενούμενων ήταν πολύ υψηλό και αυτό που τους χαρακτήριζε ήταν ότι σεβόταν την περιοχή. Δεν υπήρχε καθόλου σκουπίδι, καμιά ρύπανση. Τώρα έρχονται 2-3 κα­ράβια την ημέρα το καλοκαίρι και βγάζουν εκατο­ντάδες ανθρώπων, οι οποίοι πρέπει κάπου να ε­γκατασταθούν και αυτό γίνεται συνήθως στις πα­ραλίες, στο ύπαιθρο, ή σε ενοικιαζόμενο δωμά­τιο. Τα πράγματα δεν είναι -από πλευράς καθα­ριότητας ή από πλευράς ησυχίας- όπως ήταν πα­λαιότερα.
- Τι είναι αυτό που θυμάστε πιο έντονα;
Το σκέφτομαι καμιά φορά και θαυμάζω το κου­ράγιο που είχα μέσα στις φουρτούνες, γιατί η πε­ριοχή είναι ονομαστή για τις τρικυμίες της. Το πέ­ρασμα μεταξύ Νάξου - Αμοργού λέγεται η «μάνα των αέριδων».Κάποτε πήγαινα με τον γιο μου και ακολουθή­σαμε το δρόμο από κάτω αρχίζοντας από το Στρογγυλό, Δεσποτικό, Πάρο, Αντίπαρο, Νάξο, Κουφονήσια και το βράδυ δέσαμε Σχοινούσα.Έχει ένα ωραίο λιμανάκι, που για να το δεις πρέπει να ξέρεις πως να μπεις, διότι απ' έξω δε φαίνεται.Βγήκαμε έξω με το βαρκάκι και πήγαμε σε μια ταβέρνα. Ο μάγειρας ρώτησε, μετά το φαγητό, τι θα πάρουμε για επιδόρπιο. Τον ρώτησα αν είχε crepes Flambees με Qrand Marnier.Είκοσι λεπτά αργότερα είχα τις κρέπες, στη Σχοινούσα, στην ταβέρνα κάτω από το λιμάνι!
Η συνέντευξη αυτή δόθηκε στο περιοδικό της εταιρείας μας, «Σειρήνες των Κυκλάδων», τον Μάιο του 1997.

Δεν υπάρχουν σχόλια: